Με πείσμα ελληνικό και εξίσου ελληνικό δαιμόνιο, κάποια στιγμή θα βρεθεί με μια αλυσίδα κινηματογράφων στα χέρια του, πριν συμβάλει στην ένωση δύο μεγάλων κινηματογραφικών εταιρειών, δημιουργώντας έτσι τον χολιγουντιανό κολοσσό της 20th Century Fox! Της οποίας κράτησε μετά το τιμόνι για είκοσι ολόκληρα χρόνια, διατελώντας πρόεδρος του στούντιο από το 1942 ως το 1962.
Ως ένας από τους απόλυτους κυρίαρχους της βιομηχανίας του θεάματος, ανεβοκατέβαζε πλέον καριέρες, έχτιζε σταρ, σύστηνε στο κοινό τη Μέριλιν Μονρόε και έκανε πολλά ακόμα αλλά και εξίσου τόσα για τα οποία δεν θα ήταν υπερήφανος.
Ο Σκούρας ήταν ένας από αυτούς τους καπιταλιστές παλιάς κοπής που δεν άφηνε εμπόδια να μπουν στον δρόμο του. Χαρακτηριστικός εδώ είναι ο τρόπος με τον οποίο πολεμούσε την επέλαση της τηλεόρασης. Από τη μία έριχνε στην αγορά τον νεωτερισμό του σινεμασκόπ, για να γίνει η κινηματογραφική οθόνη ακόμα πιο μεγάλη και λαχταριστή, και από την άλλη έστηνε σκάνδαλα με τον σωρό που αφορούσαν στις σταρ της εταιρίας του για να κάνει τις ταινίες του εμπορικές επιτυχίες.
Ως κροίσος και άνθρωπος του καιρού του, δεν περιορίστηκε φυσικά στον κινηματογράφο, καθώς πρωταγωνίστησε και στην αμερικανική πολιτική σκηνή, όχι πάντα με τον τρόπο που θα έλπιζαν οι νέοι του συμπατριώτες. Και το φοβερό είναι πως τα έκανε όλα αυτά μιλώντας κάκιστα αγγλικά και εξίσου κακά ελληνικά!
Ο κωμικός Μπομπ Χόουπ συνήθιζε να σατιρίζει την αγγλική προφορά του μεγαλοπαραγωγού ως εξής: «Ο Σπύρος είναι εδώ είκοσι χρόνια αλλά ακόμα ακούγεται σαν να πρόκειται να έρθει [στην Αμερική] την επόμενη βδομάδα»! Ήξερε όμως ότι αυτός ο Σπύρος θα μπορούσε αν ήθελε να μετονομάσει το Χόλιγουντ-λαντ σε Σκούρο-λαντ, καθώς ήταν πολύ μεγαλύτερος απ’ όσο τα καθήκοντά του αποκάλυπταν ενδεχομένως.
«Δεν τρέφω μόνο μια πραγματική στοργή για τον Σπύρο Σκούρα, αλλά βρίσκω πως είναι και ο πιο εξωστρεφής δημοσίως πολίτης εξολοκλήρου αφιερωμένος στην πατρίδα μας και πανέτοιμος να εργαστεί για το καλό της Αμερικής, όπως και κάθε γηγενής πολίτης που ξέρω», έλεγε γι’ αυτόν ο ίδιος ο Ντουάιτ Αϊζενάχουερ.
Παρά ταύτα, ο Σκούρας πέρασε στην Ιστορία ως μυστήριο, καθώς μια αξιόπιστη βιογραφία του και μια σοβαρή αρχειακή έρευνα απουσιάζουν ακόμα από τη δημόσια σκηνή. Ξέρουμε πάντως πως ο Πελοποννήσιος έγινε ένας από τους πιο έμπιστους επιχειρηματίες των αμερικανικών κυβερνήσεων, καθώς διαφέντευε τη βιομηχανία του κινηματογράφου που είχε αποδείξει την αξία της ως όχημα πολιτικής προπαγάνδας.
Ο Σπύρος μπαινόβγαινε στον Λευκό Οίκο και συνομιλούσε από τον Ρούσβελτ μέχρι και τον Νίξον ως ίσος προς ίσο, σε εποχές μάλιστα που κανείς άλλος Έλληνας δεν είχε τη δυνατότητα να τρυπώσει στο Οβάλ Γραφείο. Ήταν όμως και προσωπικός φίλος του Νικίτα Χρουστσόφ, τον οποίο ξενάγησε στο στούντιό του και έγιναν καλοί φίλοι.
Εξίσου άγνωστη είναι η τεράστια πατριωτική του δράση αλλά και ο τρόπος που λειτούργησε ως αφανής εθνικός ευεργέτης για την Ελλάδα, την οποία κράτησε πάντα στην καρδιά του, ό,τι κι αν έκανε.
Τι έκανε δεν θα το μάθουμε πιθανότατα ποτέ, ο ίδιος εξομολογήθηκε πάντως πως «Λάτρεψα το δολάριο, το κυνήγησα με πάθος χρόνια και χρόνια, γέρασα, κουράστηκα ... Υπήρξα Οδυσσέας, Λεωνίδας, Τζιμ Λόντος μαζί. Απόκαμα. Φοβάμαι πως... ότι στον άλλο κόσμο θα πάω στην Κόλαση και θα πουλάω ποπ κορν στους διαβόλους τους οβριούς»…
Πρώτα χρόνια
Ο Σπύρος Σκούρας γεννιέται στις 28 Μαρτίου 1893 στο Σκουροχώρι της Ηλείας ως ένα από τα δέκα παιδιά ενός φτωχού βοσκού και της συζύγου του. Ο μικρός Σπύρος βγαίνει στο βουνό με τα πρόβατα από πολύ μικρός, καθώς το σχολείο δεν είναι η πρώτη προτεραιότητα της οικογένειας που παλεύει να θρέψει τα παιδιά της.
Λόγω της καταραμένης φτώχειας, ο Σπύρος και τα αδέλφια του, Κάρολος και Γεώργιος, παίρνουν την πικρή απόφαση να μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ. Μέχρι τότε ο Σπύρος θα έχει μάθει μερικά κουτσογράμματα σε ένα μοναστήρι του Πύργου και θα περάσει από τυπογραφείο αλλά και ναυτιλιακή εταιρία της Πάτρας, ως κλητήρας.
Το 1908 ο μεγαλύτερος Κάρολος μεταναστεύει τελικά στις ΗΠΑ και δύο χρόνια αργότερα καλεί εκεί τον αδερφό του Σπύρο. Το 1910 ο μεσαίος Σκούρας αποβιβάζεται στο λιμάνι της Νέας Υόρκης με τον «Θεμιστοκλή» και πάει να βρει τον αδελφό του στο Σεντ Λούις του Μιζούρι. Για να επιβιώσουν, πουλούν εφημερίδες και καφέδες έξω από τους κινηματογράφους της πόλης και σύντομα θα έρθει να τους βρει και ο τρίτος αδελφός.
Αργότερα πιάνουν καλύτερες δουλειές, σερβιτόροι σε εστιατόρια δηλαδή, και ο μεσαίος από τα τρία αδέλφια, ο Σπύρος, φτάνει να γίνει κοτζάμ μπάρμαν σε ξενοδοχείο! Έχουν όμως μεγάλα όνειρα και δεν θα έμεναν στα σίγουρα. Ζουν εξάλλου στο Σεν Λούις, την τέταρτη μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ του καιρού με τη ραγδαία βιομηχανική ανάπτυξη...
Ο Σκούρας αιθουσάρχης
Ζώντας σπαρτιάτικα και με αιματηρές οικονομίες, μέχρι το 1914 θα έχουν βάλει στην άκρη 3.000-4.000 δολάρια, όταν και στρέφονται στο επιχειρείν. Με δυο ακόμα έλληνες συνεταίρους, ανοίγουν έναν ταπεινό κινηματογράφο σε λαϊκή γειτονιά της πόλης, τον οποίο ονομάζουν ελληνικότατα «Olympia». Οι δουλειές πάνε αναπάντεχα καλά και σύντομα θα έχουν στα χέρια τους μερικές ακόμα σκοτεινές αίθουσες, εξαγοράζοντας πρωτίστως όσες παραπαίουν.
Ανοίγουν ένα δεύτερο μεγάλο σινεμά, το «Pantheon», και τώρα οι κινηματογραφικές δουλειές τους απλώνονται όχι μόνο στις λαϊκές συνοικίες της πόλης αλλά και στα προνομιούχα προάστια. Φτιάχνουν αίθουσες μοντέρνες και πολυτελείς, δίνουν έμφαση στην παροχή υπηρεσιών, προσλαμβάνουν πολυμελείς συμφωνικές ορχήστρες για να παίζουν στις αίθουσες, καθώς είμαστε ακόμα στα χρόνια του βωβού σινεμά, και καινοτομούν εισάγοντας στις σκοτεινές αίθουσες την τζαζ μουσική.
Μέσα σε δέκα χρόνια, τα τρία αδέλφια θα έχουν στα χέρια τους τριάντα κινηματογράφους, αριθμό ικανό δηλαδή για να μπει η εταιρία τους, Skouras Bros Co, στο χρηματιστήριο με κεφάλαιο 400.000 δολαρίων! Το όνειρό τους να φτιάξουν ένα ολόκληρο κτίριο γεμάτο κινηματογραφικές αίθουσες, τον πρόγονο του σημερινού multiplex, ευοδώνεται δύο χρόνια αργότερα, καθώς το 1926 ανοίγουν πράγματι ένα τεράστιο κτιριακό συγκρότημα 17 ορόφων γεμάτους με σκοτεινές αίθουσες στο κέντρο του Σεντ Λούις, κόστους 5,5 εκατ. δολαρίων. Το είπαν «Ambassador Theatre Building» και έγινε από την πρώτη στιγμή άξονας κινηματογραφικής αναφοράς όχι μόνο για τη πόλη αλλά για όλες τις ΗΠΑ.
Μέχρι το 1929 ήταν πια πλούσιοι! Μόνο που τώρα η Μεγάλη Ύφεση μάστιζε τις ΗΠΑ, με τον καταποντισμό του χρηματιστηρίου και τους χιλιάδες ανέργους. Το δαιμόνιο τρίδυμο πουλά το μερίδιό του στη Warner Bros και μετακομίζει στα ανατολικά, κι αυτό για να καταλάβει διευθυντικές θέσεις στην κινηματογραφική βιομηχανία, η οποία έδρευε ακόμα στη Νέα Υόρκη.
Ο Σπύρος Σκούρας θα περάσει τον καιρό του ως το 1931 ως γενικός διευθυντής των κινηματογραφικών αιθουσών της Warner στις ΗΠΑ, διαχειριζόμενος αριστουργηματικά περισσότερους σινεμάδες απ’ όσους μπορούσε να ονειρευτεί. Παρά το γεγονός ότι τα χρόνια είναι ιδιαιτέρως δύσκολα για το σινεμά και την οικονομία γενικότερα, καταφέρνει να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες και να τετραπλασιάσει τελικά τα κέρδη της αλυσίδας.
Παρά την αστρονομική επιτυχία του, που τον έκανε αστέρι στη βιομηχανία του σινεμά, συνέχιζε να έχει τον διακαή πόθο να κάνει κάτι δικό του, να ξαναγίνει αφεντικό του εαυτού του δηλαδή, όπως εξομολογείται στην αυτοβιογραφία του «Spyros Ρ. Skouras, Memoirs, 1893-1953», η οποία κυκλοφόρησε από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις του Στάνφορντ το 2013.
Κι έτσι παραιτείται από την υψηλόβαθμη θέση του στη Warner και πιάνει τελικά δουλειά στην αντίπαλη Paramount, καθώς δεν βρίσκει την ευκαιρία που ψάχνει. Το 1932, τα τρία αδέρφια, Τσαρλς, Σπίρο και Τζορτζ πια, αναλαμβάνουν τη διεύθυνση της αλυσίδας αιθουσών Fox West Coast Theater, η οποία έχει στην κατοχή της περισσότερους από 500 κινηματογράφους. Μέσα σε όλα, παντρεύεται την ταμία του πρώτου κινηματογράφου του, την Αμερικανή Σάρα που εκείνος φώναζε Σαρούλα, και αποκτά αρκετά παιδιά. Η Σάρα ήταν μάλιστα η μόνη που ήξερε καλά γράμματα, γι’ αυτό και κρατούσε τα λογιστικά βιβλία της εταιρίας.
Η επιχείρηση απειλήθηκε όμως σύντομα με λουκέτο και τα τρία αδέλφια είναι αυτά που την έσωσαν από τη χρεοκοπία. Κι έτσι τον Μάιο του 1935, έχοντας αποδείξει περίτρανα την αξία του στη Fox, ο Σπύρος είναι αυτός που πρωταγωνιστεί στην περιβόητη συγχώνευση της Fox με την Twentieth Century Pictures, όντας ο «πατέρας» της εξαγοράς.
Δικαίως του απονεμήθηκε η θέση του διευθύνοντος συμβούλου του νέου επιχειρηματικού σχήματος, που δεν ήταν παρά ένα μεγαθήριο εν τη γενέσει του. Μέχρι το 1942, ο Σκούρας θα είναι ο αδιαφιλονίκητος ισχυρός άντρας του στούντιο, όταν γίνεται και πρόεδρος του διοικητικού του συμβουλίου…
Το αφεντικό του Χόλιγουντ
Ο Σκούρας είναι πια πασίγνωστος στους επιχειρηματικούς κύκλους των ΗΠΑ, καθώς κρατά τα ηνία μιας από τις μεγαλύτερες εταιρίες παραγωγής της Αμερικής στον νευραλγικό τομέα του κινηματογράφου. Για την Ελλάδα και την ομογένεια του Νέου Κόσμου, ο Σπύρος είναι τώρα όχι μόνο ο πιο διάσημος έλληνας μετανάστης στην Αμερική, αλλά και εκείνος με τη μεγαλύτερη επιρροή.
«Άκουγα απ' τους γονείς μου ότι ο Όθωνας και η Αμαλία είχαν σταματήσει στο σπίτι του προπάππου μου πηγαίνοντας στην Αθήνα για να γίνουν βασιλιάδες της Ελλάδας, αλλά ποτέ δεν μου είχε περάσει από το μυαλό σ' εκείνα τα χρόνια της τρομερής φτώχειας ότι κάποτε θα καθόμουν στο ίδιο τραπέζι με βασιλιάδες», εξομολογείται ο ίδιος. Κι όμως, τώρα καθόταν στο ίδιο τραπέζι με ηγέτες κρατών, είχε πρόσβαση στον Λευκό Οίκο, ήταν προσωπικός φίλος του προέδρου Αϊζενχάουερ και έπαιξε αρκετές φορές τον ρόλο του πολιτιστικού πρεσβευτή των ΗΠΑ.
Ως μεγαλοαφεντικό χολιγουντιανού στούντιο, ήταν το λιγότερο ιδιαίτερος: «Ο Τσάρλι ήταν ο πρώτος μπίζνεσμαν που πήρε ετήσια αμοιβή 1 εκατομμύριο δολάρια κι ο Τζορτζ είχε στον έλεγχο του τόσες αίθουσες όσες κανένας άλλος. Κι εγώ ο πρώτος μη Εβραίος, Ιρλανδός ή Ιταλός που έσπασα το φράγμα τους και εγκαταστάθηκα μέσα. Δεν είχα ιδέα από παραγωγές, αλλά έδινα τις εντολές και οι ειδικοί τις πραγματοποιούσαν».
Πέρα από πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, κατείχε ένα καλό μερίδιο του σχήματος της 20th Century Fox, κι έτσι είχε λόγο σε όλα. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι το 1962 και διηύθυνε την παραγωγή σπουδαίων ταινιών, όπως τα φιλμ «Βίβα Ζαπάτα», «39 Σκαλοπάτια», «Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν», «Εφτά χρόνια φαγούρα», «Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές» κ.ά.
Ήταν εξάλλου ο άνθρωπος που ανακάλυψε τη Μονρόε και την έκανε διάσημη, κάτι που η Μέριλιν έσπευδε να επιβεβαιώσει δημόσια σε κάθε ευκαιρία. Ο έλληνας παραγωγός ήταν αυτός που έδωσε στο νεαρό μοντέλο Νόρμαν Τζιν Μπέικερ το χρυσό συμβόλαιο στη Fox, επιμένοντας να αλλάξει το όνομά της, όταν και γεννήθηκε το μεγαλύτερο sex symbol του Χόλιγουντ. Εκείνη τον φώναζε χαϊδευτικά «πάπα-Σκούρα»…
«Ήμουνα πρόεδρος της Τουέντιθ Σέντσουρι Φοξ», έλεγε εκείνος, «την εποχή του ‘‘Χιτώνα’’ και της ‘‘Κλεοπάτρας’’, λάνσαρα το Σινεμασκόπ, ανάθεσα στην Ελίζαμπεθ Τέηλορ να υποδυθεί την τελευταία εύμορφη Ελληνίδα βασίλισσα της Αιγύπτου! Μέσα μου έχω την Ελλάδα και γι’ αυτό έκανα τον "Λέοντα της Σπάρτης" και το "Συνέβη στην Αθήνα". Οι Εβραίοι και οι Ιταλοί τις δικές τους ιστορίες, εγώ τις δικές μας. Αυτοί τον Μωυσή και τον Αλ Καπόνε, εγώ με την εύμορφη Κλεοπάτρα μας, τον ηρωικό Λεωνίδα μας και τον θρυλικό Σπύρο Λούη μας».
Ο Σκούρας ήταν πράγματι ο άνθρωπος πίσω από το σινεμασκόπ, τη νέα κινηματογραφική απόλαυση που θα έδινε τελικά το φιλί της ζωής στο σινεμά από την επιδρομή της τηλεόρασης. Το σλόγκαν της 20th Century Fox «Movies are Better than Ever» (οι ταινίες είναι καλύτερες από ποτέ) δικαιώθηκε όταν ο Σκούρας παρουσίασε το σύστημα ευρείας εικόνας στην πρωτοποριακή για την εποχή της ταινία «Ο Χιτών» (1953), ένα επίσης δικό του κινηματογραφικό όραμα.
Το νέο σύστημα εικόνας ήταν ένα σημαντικό όπλο του σινεμά στην ανηλεή μάχη με το νέο μέσο της τηλεόρασης και ο Σκούρας το πίστεψε ολότελα, επενδύοντας στην ανάπτυξη της τεχνολογίας και υποστηρίζοντας την ευρεία εφαρμογή του. Έτσι ήθελε ο ίδιος να τον θυμούνται οι ιστορικοί του σινεμά, «επειδή έφερα το σινεμασκόπ στη βιομηχανία του κινηματογράφου σε μια εποχή που ήταν απολύτως απαραίτητο».
Ο Σκούρας υπέγραψε και τη μεγαλύτερη υπερπαραγωγή της μέχρι τότε κινηματογραφικής ιστορίας, την επική «Κλεοπάτρα» με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ και τον Ρίτσαρντ Μπάρτον. Ήταν η ταινία που θα προσυπέγραφε την πτώση του ως του ισχυρού άντρα του στούντιο, καθώς το φιλμ απέτυχε εισπρακτικά καταχρεώνοντας την εταιρία. Ο κολοσσός ήταν τώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, έχοντας ως αποτέλεσμα να περιοριστούν οι αρμοδιότητες του Σκούρα.
«Θυμάσαι τι έγινε στη Τσινετσιτά με την Τέηλορ και τον Μπάρτον, μπροστά στα μάτια των συζύγων τους και των παιδιών τους; Έρωτας παράφορος, που παραλίγο να τινάξει ένα εκατομμύριο δολάρια στον αέρα! Η ταινία μόλις και μάζεψε τα λεφτά των χρηματοδοτών της και όπως ξέρεις, αυτό ήταν το τέλος μου στη προεδρία της Φοξ. Γέρασα κιόλας, βαρέθηκα ν’ αντισταθώ όπως παλιά και να τους φέρω τούμπα με το αεροπλανικό του Τζιμ Λόντου», ανακαλούσε ο ίδιος την αποπομπή του από την προεδρία της εταιρίας έπειτα από τους οικονομικούς κλυδωνισμούς που έφερε στις χρυσοποίκιλτες βαλίτσες της η «Κλεοπάτρα».
Παρά ταύτα, ο Σκούρας παρέμεινε στο στούντιο ως πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, με συμβολικές πλέον αρμοδιότητες, μέχρι και το 1969. Αν και δεν είχε χάσει σε τίποτα την απήχησή του στα μεγάλα σαλόνια των ΗΠΑ.
Τώρα περνούσε τον καιρό του ασχολούμενος με ζητήματα της ομογένειας, την Αρχιεπισκοπή, το Πατριαρχείο, αλλά και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, του οποίου εξακολουθούσε να είναι ένας από τους βασικούς χρηματοδότες.
Εξίσου περιβόητη ήταν και η σχέση του τόσο με τον πρόεδρο Αϊζενχάουερ όσο και τον σοβιετικό ηγέτη Νικίτα Χρουστόφ. Όταν επισκέφτηκε τις ΗΠΑ ο Σοβιετικός, ο Αϊζενχάουερ ζήτησε από τον καλό του φίλο να ξεναγήσει τον Χρουστσόφ και τη σύζυγό του στο Χόλιγουντ και οι δύο άντρες συνδέθηκαν με δυνατή φιλία.
Μετά την αποστρατεία του μάλιστα, ο Σπύρος επισκέφτηκε αρκετές φορές τον Χρουστσόφ στη Μόσχα…
Πατριωτική δράση και ευεργεσίες
Με την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα το 1940, ο Σκούρας μετατρέπεται στον βασικό εμπνευστή της πρωτοβουλίας Greek War Relief Association. Με την οργανωτική βοήθεια του Νόρμαν Ντέιβις, προέδρου του Ερυθρού Σταυρού, και την υποστήριξη προσωπικοτήτων του επιχειρηματικού και πολιτικού κόσμου των ΗΠΑ, καταφέρνει να συγκεντρώσει 40 εκατ. δολάρια σε μετρητά προκειμένου να αποσταλούν ως ανθρωπιστική βοήθεια στην Ελλάδα.
Με τη δική του μεσολάβηση στον πρόεδρο Ρούσβελτ και το δικό του αίτημα προς τον Τσόρτσιλ, έγινε η άρση του βρετανικού αποκλεισμού προκειμένου να φτάσει η επισιτιστική βοήθεια στη φασιστική Ελλάδα. Το 1965 γράφει χαρακτηριστικά ότι ένας από τους δύο λόγους για τον οποίο θα ήθελε να τον θυμούνται είναι «για τις προσπάθειές μου προκειμένου οι ΗΠΑ να μεσολαβήσουν για την άρση του αποκλεισμού στην Ελλάδα προκειμένου να σωθούν από την πείνα τρία εκατομμύρια Έλληνες».
Πώς τα κατάφερε όλα αυτά; Μα ήταν ένα από τα αφεντικά του αμερικανικού κινηματογράφου, που δεν ήταν απλώς μια καλοκουρδισμένη μηχανή παραγωγής πλούτου, αλλά και το ισχυρότερο όπλο πολιτικής προπαγάνδας όλων των εποχών. Οι εκτελεστικές ικανότητες, η οργανωτική ευφυΐα αλλά και η διάθεσή του για συνεργασία τον κατέστησαν έναν από τους βασικούς συνομιλητές των προέδρων.
Ο Σκούρας προσέφερε πολλά στην Ελλάδα από την άλλη άκρη του Ατλαντικού και δεν αναφερόμαστε στην παροιμιώδη γενναιοδωρία του σε χιλιάδες συμπατριώτες του, από απλούς μετανάστες ως τον Ωνάση, τον Καραμανλή και τη βασιλική οικογένεια. Το μεγαλύτερό του επίτευγμα ήταν αναμφίβολα η άρση του βρετανικού ναυτικού αποκλεισμού της Ελλάδας το 1942, επιτρέποντας τον σωτήριο ανεφοδιασμό της χώρας σε τρόφιμα και ιατροφαρμακευτικό υλικό στην καρδιά της Κατοχής. Τουλάχιστον ένας στους τρεις Έλληνες σώθηκαν από την ασιτία και τις επιδημίες χάρη στην ηρωική τρίμηνη εκστρατεία του Σκούρα να πιέσει και να πείσει τον Τσόρτσιλ να επιτρέψει τον διάπλου των πλοίων, αλλά και χάρη στην έγκαιρη ναύλωση σουηδικών καραβιών με δικά του έξοδα για το επισφαλές εγχείρημα.
Η σχέση του με τον Ωνάση χάλασε ακριβώς τότε, όταν ο εφοπλιστής αρνήθηκε να διαθέσει τον στόλο του για τον ανεφοδιασμό της Ελλάδας. Η «εξ Αμερικής» Ελληνική Πολεμική Περίθαλψη, της οποίας ηγήθηκε ο Σκούρας την περίοδο 1940-1946 με άδολη αυταπάρνηση, την ώρα που διηύθυνε έναν επιχειρηματικό κολοσσό, συνιστά το λαμπρότερο κεφάλαιο της ζωής του. Τα αστρονομικά ποσά της ανθρωπιστικής βοήθειας την έχουν αναδείξει ως την επιτυχέστερη εκστρατεία εξωτερικής βοήθειας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αλλά και ο ίδιος ο Εμφύλιος Πόλεμος έφερε μερικώς τη σφραγίδα του. Οι Αμερικανοί θεωρούσαν τον ελληνικό εμφύλιο κατά το ξέσπασμά του ως ανταρτοπόλεμο ενάντια σε νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση. Διχογνωμούσαν ωστόσο ανάμεσα στον εθνικό συμβιβασμό που προωθούσε ο αμερικανός πρεσβευτής στην Ελλάδα και την ολοκληρωτική συντριβή των ανταρτών που προωθούσε ο επικεφαλής της στρατιωτικής αποστολής.
Η περιήγηση του Σκούρα στα πεδία των εχθροπραξιών στις αρχές του 1948 φαίνεται πως έγειρε την πλάστιγγα υπέρ της στρατιωτικής λύσης. Επιστρέφοντας στην Αμερική, ο μεγαλοπαραγωγός ενημέρωσε τον πρόεδρο Τρούμαν συντασσόμενος πλήρως με τη στρατιωτική επέμβαση. Ήταν εξάλλου σφοδρός αντίπαλος της «κόκκινης» ιδεολογίας. Σε επόμενη επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1949, δήλωσε μπροστά στις κάμερες που κουβάλησε ο ίδιος από την Αμερική: «Δεν υπάρχουν καλοί Έλληνες στον αντάρτικο στρατό. Είναι φτιαγμένος από σκληρόπετσους κομμουνιστές, από άναρχα και εγκληματικά στοιχεία, από τα αποβράσματα της κοινωνίας».
Η αποτίμηση του έργου του Σκούρα για την προώθηση των ελληνικών συμφερόντων κρίνεται θετική. Η πρωταγωνιστική θέση του εξάλλου στην επιχειρηματική ελίτ της Αμερικής και η άμεση πρόσβασή του στην Ουάσιγκτον τον κατέστησαν τον πιο αποτελεσματικό υπερασπιστή των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό.
Εκείνος ήταν που κατέστησε δυνατή το 1956 τη συνάντηση του πρωθυπουργού Καραμανλή με τον Αϊζενχάουερ, του οποίου όπως είπαμε ήταν προσωπικός φίλος ο Σκούρας, ενώ αργότερα ζήτησε από τον Λευκό Οίκο να πιέσει τους Βρετανούς να αποδεχτούν τον Μακάριο. Το καλοκαίρι του 1956 ανέλαβε μάλιστα πρωτοβουλία για την επίλυση του Κυπριακού, προτείνοντας στον Ίντεν να δώσει καθεστώς κοινοπολιτείας στη Μεγαλόνησο ώστε να αναχαιτιστούν οι τουρκικές επιδιώξεις και να υπάρξει προοπτική για την ένωσή της με την Ελλάδα.
Στα μεταπολεμικά χρόνια, ο Σκούρας προσπάθησε να προσελκύσει ξένα κεφάλαια στην Ελλάδα. Τα επιχειρηματικά σχέδια που επεξεργάστηκε πολλά και διάφορα, από κονσερβοποίηση αγροτικών προϊόντων και οικισμούς προκατασκευασμένων σπιτιών μέχρι τηλεοπτικό σταθμό και μονάδα διύλισης πετρελαιοειδών. Αλλά και η ίδια η τουριστική ανάδειξη της Ελλάδας οφείλει τα μέγιστα στην ταινία του Σκούρα «Το παιδί και το δελφίνι» (1957), με γυρίσματα στην Ύδρα, την Ακρόπολη, την Επίδαυρο και τα Μετέωρα.
Αυτή ήταν ουσιαστικά η πρώτη παγκόσμια διαφημιστική εκστρατεία της χώρας μας και ο Σκούρας την έφτιαξε ειδικά γι’ αυτόν τον σκοπό. Το ξανάκανε εξάλλου τουλάχιστον άλλες δύο φορές, τόσο με τους «300 της Σπάρτης» όσο και με το «Συνέβη στην Αθήνα».
Σημαντικό ρόλο είχε επίσης και στις αμερικανικές οικονομικές ενισχύσεις της Ελλάδας, όντας ο αποφασιστικός παράγοντας μέσω των διασυνδέσεών του. Τόσο το Δόγμα Τρούμαν όσο και η συνέχιση της αμερικανικής βοήθειας με το Σχέδιο Μάρσαλ έφεραν και τη δική του σφραγίδα. Ανάμεσα στις τόσες προσωπικές ευεργεσίες του, συμπεριέλαβε και την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Ηλεία, με χρηματικές δωρεές σε νοσοκομεία και ιδρύματα.
Ο μεγάλος Έλληνας της διασποράς έφυγε από τον κόσμο στις 16 Αυγούστου 1971, χτυπημένος από καρδιακή προσβολή. Ήταν ο μεγιστάνας του κινηματογράφου, ο άνθρωπος που κίνησε τα νήματα στον βαθμό που του αναλογούσε, ο ευεργέτης της πατρίδας του. Πρωτίστως ωστόσο ήταν το βοσκόπουλο από την Ηλεία που έζησε το αμερικανικό όνειρο ως το μεδούλι του…
newsbeast.gr
Κοινοποιήστε το στα παρακάτω κουμπιά
Post A Comment:
0 comments so far,add yours