loading...
"Να πως γλύτωσαν τον αδελφό του πρωθυπουργού ακόμη και από ισόβια, οι δικαστικοί λειτουργοί, που ελέγχονται πειθαρχικά από τον ΑΠ"
Από το blog "Δικογραφίες"
Εκρηκτικές εξελίξεις σηματοδοτεί η απόφαση της Δικαιοσύνης, να ελέγξει πειθαρχικά, για αναξιοπρεπή συμπεριφορά, δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, που οδήγησαν στην απαλλαγή τον αδελφό του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος ήταν κατηγορούμενος και δικάστηκε, γιά την εμφάνιση πλαστής ασφαλιστικής ενημερότητας, με στόχο την ανάληψη δημόσιου έργου ύψους 1,1 εκατ ευρώ.Η προισταμένη της Επιθεώρησης του Αρείου Πάγου, αντιπρόεδρος ΑΠ Μαρία Γαλάνη, μετά από πειθαρχική αναφορά, παρήγγειλε πειθαρχικό έλεγχο σε βάρος των δικαστικών λειτουργών της Μυτιλήνης, που ενεπλάκησαν στην υπόθεση των συγγενικών προσώπων του κ. Τσίπρα και ανέθεσε την υπόθεση στην αρεοπαγίτη κ. Θεοδώρου.
Ο 50χρονος αδελφός του πρωθυπουργού Δημήτρης Τσίπρας σύμφωνα με το κατηγορητήριο, είχε χρησιμοποιήσει πλαστογραφημένο έγγραφο για ασφαλιστική ενημερότητα, προκειμένου να συμμετάσχει σε διαγωνισμό για την ανάληψη έργου, ενώ σύμφωνα πάντα με το κατηγορητήριο, όφειλε ασφαλιστικές εισφορές περίπου 2.000 ευρώ.
Το έργο τελικά δεν κατάφερε να το πάρει και κινήθηκε ποινική διαδικασία για τη χρήση του πλαστογραφημένου εγγράφου.
Η υπόθεση, που κατέληξε το Σεπτέμβριο του 2017 στην απαλλαγή του κ. Τσίπρα, λόγω παραγραφής του αδικήματος, είχε απασχολήσει τη δημοσιότητα, καθώς τόσο ο τοπικός Τύπος, αλλά και ΜΜΕ πανελλήνιας κυκλοφορίας, όπως η εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, έγραφαν μεταξύ άλλων:
“Αιχμές και σχόλια προκαλούν σε δικαστικούς κύκλους τα παράδοξα που εντοπίζονται στην υπόθεση των συγγενών του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ιδίως ως προς την ποινική αντιμετώπιση της εμφάνισης πλαστής ασφαλιστικής ενημερότητας με στόχο την ανάληψη δημόσιου έργου ύψους 1,1 εκατ ευρώ.
Βέλη δέχεται ο πάρεδρος αρχικώς και μετέπειτα αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών Μυτιλήνης Γιώργος Αργυρόπουλος ο οποίος χρεώθηκε την υπόθεση το 2015, μία ημέρα πριν εκδοθεί το ΦΕΚ μετακίνησης της προκατόχου του Αικατερίνης Καραγιαννακίδου, η οποία την κράτησε τρία χρόνια στα συρτάρια.
Ο Αργυρόπουλος, ο οποίος είχε οριστεί πάρεδρος τον Φεβρουάριο του 2015, άσκησε εν συνεχεία ποινική δίωξη σε βάρος του Δημήτρη Τσίπρα, αδελφού του Πρωθυπουργού, για το πλημμέλημα της χρήσης πλαστού εγγράφου - και αφού προηγουμένως αρχειοθέτησε το σκέλος που αφορούσε τη Ζανέτ Τσίπρα και τον Γιώργο Τσίπρα (αδελφή και εξάδελφο του Πρωθυπουργού αντιστοίχως).
Μετά τη διενέργεια της προκαταρκτικής εξέτασης ο Αργυρόπουλος υπέβαλε, χωρίς ιδιαίτερη αιτιολόγηση, την πρότασή του στον εισαγγελέα Εφετών Βορείου Αιγαίου, Βασίλειο Χανή,γνωρίζοντας του ότι δεν άσκησε ποινική δίωξη κατά του Γιώργου και της Ζανέτ Τσίπρα και ότι έθεσε την υπόθεση στο αρχείο. Η πρότασή του έγινε αποδεκτή. Την ίδια ημέρα άσκησε δίωξη στον Δημήτρη Τσίπρα για χρήση πλαστού εγγράφου.
Πολύπειροι δικαστές και εισαγγελείς όχι μόνο τονίζουν ότι η δίωξη του εισαγγελικού λειτουργού θα έπρεπε να είναι κακουργηματική σε βάρος του Δημοσίου -"η πλημμεληματική αντιμετώπιση είναι σκανδαλώδης", σημειώνουν- αλλά και εκτιμούν ως "τουλάχιστον περίεργη" τη μετέπειτα μεταστροφή του.
Διότι όταν η υπόθεση έφθασε στο αρμόδιο δικαστήριο (μονομελές) της Μυτιλήνης τον Σεπτέμβριο του 2017, ο εισαγγελέας έδρας, ο οποίος έτυχε να είναι το ίδιο πρόσωπο -αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών πια- ο κ. Αργυρόπουλος, αναίρεσε τον ίδιο του τον εαυτό. Και πρότεινε να μετατραπεί η κατηγορία από "χρήση πλαστού εγγράφου" σε χρήση "πλαστού πιστοποιητικού".
"Ωσάν να επρόκειτο για άδεια οδήγησης και όχι για έγγραφο με στόχο την ανάληψη δημόσιου έργου" σχολιάζουν οι ίδιες πηγές, χαρακτηρίζοντας "νομικά πλήρως εσφαλμένη" την κίνηση.
Επιπλέον, προσθέτουν την απορία τους πώς, ενώ η πάγια διαδικασία που ακολουθείται είναι η διενέργεια κύριας ανάκρισης και εν συνεχεία η απόφαση περί παραπομπής ή μη, με τον νομικό προσδιορισμό της πράξης γίνεται από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, εν προκειμένω ο πάρεδρος εισαγγελέας Πρωτοδικών εισήγαγε την υπόθεση απευθείας στο ακροατήριο, έχοντας προβεί ο ίδιος στον προσδιορισμό της κατηγορίας.
"Τα παράδοξα δεν σταματούν εδώ" προσθέτουν. Την περίοδο κατά την οποία ο κ. Αργυρόπουλος ερευνούσε την υπόθεση στη θέση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Μυτιλήνης, με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου του Αρείου Πάγου (το 2015) τοποθετείται ο εισαγγελέας Αντώνης Παπαματθαίου.
Ο κ. Παπαματθαίου δεν είναι τυχαίο πρόσωπο, καθώς διατηρεί ανοικτό δίαυλο με το υπουργείο Δικαιοσύνης. Συνιστά άλλωστε επιλογή δύο πολιτικών προϊσταμένων της Δικαιοσύνης, επί ΣΥΡΙΖΑ, κρινόμενος ως πολύτιμος για τη στελέχωση του Γραφείου Νομοθετικής Πρωτοβουλίας του υπουργείου. Πρώτος, ο Νίκος Παροσκευόπουλος, με απόφασή του και σχετικό προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ Γ 884/2016) τον αποσπά από τη Μυτιλήνη στην Αθηνά, στο πλευρό του, ενώ ανάλογα κινείται και ο Σταύρος Κοντονής (ΦΕΚ Γ 529/2018) -ο κ. Παπαματθαίου εξακολουθεί μάλιστα στην παρούσα φάση να βρίσκεται δίπλα στον υπουργό. Αμφότεροι, τόσο ο κ. Παπαματθαίου όσο και ο κ. Αργυρόπουλος, εμφανίζονται ενίοτε σε κοινό πεδίο δράσης. Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτησή τους στη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή του υπουργείου Δικαιοσύνης για την Ιδιωτική Διαμεσολάβηση (με την επιλογή Αργυρόπουλου που για να τοποθετηθεί στην Επιτροπή "εκπαραθυρώθηκε" άλλο μέλος, να κρίνεται ως "μη συνήθης" καθώς προέρχεται από την περιφέρεια.
Φέρονται μάλιστα να ενδιαφέρονται για τον δικαστικό συνδικαλισμό, εκτιθέμενοι στις τελευταίες αρχαιρεσίες της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδας -όχι με επιτυχία. Παλαιότερα πάντως και ενώ ο κ. Παπαματθαίου είχε αναδειχθεί στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ενωσης, επί προεδρίας Κωνσταντίνου Τζαβέλλα, είχε παραιτηθεί διαφωνώντας με την "αντίσταση" της Ενωσης στην τροπολογία του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, ως προς τη νομιμοποίηση του παρανόμως κτηθέντος αποδεικτικού υλικού, με αιχμή τη λίστα Λαγκάρντ.
Το 2011, όταν άρχισε να εκτυλίσσεται η υπόθεση, στην κυβέρνηση ήταν η ΝΔ, το ΠαΣοΚ και η ΔΗΜΑΡ.
Τον Νοέμβριο, η Περιφέρεια Β. Αιγαίου διενήργησε δημόσιο μειοδοτικό διαγωνισμό για την κατασκευή δικτύου σταθμών μεταφόρτωσης απορριμμάτων στη Λέσβο. Προσωρινός μειοδότης αναδείχθηκε η Δίοδος αλλά όταν οι υπηρεσίες της Περιφέρειας διαπίστωσαν ότι τα πιστοποιητικά ασφαλιστικής ενημερότητας από το ΤΣΜΕΔΕ που κατέθεσε η εταιρεία ήταν πλαστά -παραποιήθηκε έγγραφο του 2010 προκειμένου να φανεί ότι εκδόθηκε το 2012-ζήτησαν την ποινική της δίωξη με αναφορά που κατέθεσαν το 2012 στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Μυτιλήνης.
Την υπόθεση ανέλαβε η εισαγγελέας Αικατερίνη Καραγιαννακίδου, η οποία επί τρία χρόνια (!) μελετούσε και τεκμηρίωνε τη δικογραφία. Το 2015 την παρέλαβε ο πάρεδρος Εισαγγελέας Πρωτοδικών Μυτιλήνης Γεώργιος Αργυρόπουλος.
Στο μεταξύ, είχε αλλάξει η κυβέρνηση και ο Αλέξης Τσίπρας ήταν Πρωθυπουργός. Ο εισαγγελέας Αργυρόπουλος -με θητεία μόλις τεσσάρων μηνών- εισηγήθηκε στον εισαγγελέα Εφετών Βορείου Αιγαίου να μην ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του Γιώργου και της Ζανέτ Τσίπρα και αρχειοθέτησε την υπόθεση.
Ασκησε ωστόσο δίωξη κατά του Δημήτρη Τσίπρα για χρήση πλαστού εγγράφου και όρισε δικάσιμο στις 31 Μαΐου 2016. Η δίκη αναβλήθηκε λόγω αποχής συνηγόρου υπεράσπισης και ορίστηκε νέα δικάσιμος τον Σεπτέμβριο του 2017.
Στις 3 Αυγούστου, ο Νίκος Παρασκευόπουλος έφερε στη Βουλή τον νόμο 4411/16 για την αποσυμφόρηση των φυλακών. Με αυτόν, παραγράφηκαν αδικήματα με πλαίσιο ποινής τα 2 έτη ενώ ως τότε όλοι οι νόμοι αναφέρονταν σε πλαίσιο ποινής έως ένα έτος.
Επίσης εξαιρέθηκε από την παραγραφή σειρά αδικημάτων συναφών με την πλαστογραφία όπως π.χ πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων, ψευδής ιατρική βεβαίωση, πλαστογραφία πτυχίου κ.ά πλην ενός, της πλαστογραφίας πιστοποιητικών του άρθρου 217 Π.Κ που υπόκειτο σε παραγραφή.
Εκεί αρχίζουν τα μυστήρια και τα ερωτήματα της ΝΔ. Οταν έφτασε η ώρα της δίκης, ο Δημήτρης Τσίπρας δεν παραπέμφθηκε για "πλαστογραφία εγγράφου" (άρθρο 216 Π.Κ., παρ. 3) όπως θα ήταν το αναμενόμενο, -μια κατηγορία κακουργηματικού χαρακτήρα εξαιτίας του κόστους του έργου (1,1 εκατ ευρώ) που υπερβαίνει το όριο των 150.000 ευρώ που θέτει ο νόμος και με τις επιβαρυντικές περιστάσεις περί καταχραστών του Δημοσίου επισύρει ποινή κάθειρξης έως 20 ετών. Παραπέμφθηκε για χρήση πλαστού εγγράφου (άρθρο 216, παρ. 2) το οποίο επιφέρει ποινή φυλάκισης ως 5 έτη με ανασταλτικό χαρακτήρα.
Στο ακροατήριο ωστόσο η κατηγορία τροποποιήθηκε. Μεταβλήθηκε σε "πλαστογραφία πιστοποιητικού" του άρθρου 217 Π.Κ., αδίκημα το οποίο σύμφωνα με τον νόμο Παρασκευόπουλου υπόκειτο σε παραγραφή.
Οι τρεις δικηγόροι του Δημήτρη Τσίπρα, μεταξύ των οποίων και ο Γιάννης Ματζουράνης, ζήτησαν να εφαρμοστεί ο νόμος Παρασκευόπουλου, αίτημα που έγινε δεκτό από το δικαστήριο.
-----
Καταπέλτης, για την απαλλαγή του αδελφού του πρωθυπουργού από δικαστήριο της Μυτιλήνης, η νομική ανάλυση, που έστειλαν ανώτατοι δικαστικοί κύκλοι στις “Δικογραφίες”, μετά από τη αποκάλυψη μας ότι, οι δικαστές, που ενεπλάκησαν στην υπόθεση ελέγχονται πειθαρχικά, για ανάρμοστη συμπεριφορά.
Οπως εξηγούν στο κείμενο τους, που δημοσιεύεται αυτούσιο, “δεν ήταν δυνατόν να εφαρμόσουν το άρθρο 217”, καθώς “ η πράξη που τους απασχολούσε ήταν κακούργημα και μάλιστα σε βάρος Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, τιμωρούμενη με τη ποινή της ισόβιας κάθειρξης.
Με την απρόσμενη συμπεριφορά τους, συμπίεσαν την υπόθεση αυτή στο καλούπι της παραγραφής.
Παρ΄ όλ’αυτά ενήργησαν ως ανερμάτιστοι δικαστικοί λειτουργοί, επικίνδυνοι για τον εαυτό τους και τους άλλους.
Προπαντός επικίνδυνοι για την Ελληνική Δικαιοσύνη, της οποίας, δυστυχώς, αποτελούν μέλη".
Διαβάστε την άποψη – κόλαφο, για τους δικαστικούς λειτουργούς, που απάλλαξαν τον αδελφό του πρωθυπουργού, ο οποίος κινδύνευε ακόμη και με ισόβια!
“Σε μειοδοτικό διαγωνισμό που διενήργησε, την 29/112011, η Διεύ-
θυνση Τεχνικών έργων της Περιφερειακής Ενότητας Λέσβου για
την κατασκευή δικτύου μεταφόρτωσης απορριμμάτων στο νησί,
προϋπολογισμού 1.100.000 ευρώ, μετείχε και η εταιρεία «Δ.
Τσίπρας-Ζ.Τσίπρα ΔΙΟΔΟΣ Ο.Ε.», η οποία και αναδείχθηκε προσω-
ρινός μειοδότης.
Κατά τον έλεγχο των υποβληθέντων δικαιολογη-
τικών, που διενήργησε η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων, διαπιστώ-
θηκε ότι είχε υποβληθεί «έγχρωμη φωτοτυπία» της υπ΄ αριθ.
23685/28.2.2012 ασφαλιστικής ενημερότητας του στελέχους της
εταιρείας Γεωργίου Τσίπρα.
Αμέσως ζητήθηκε το πρωτότυπο, πλην
όμως, η εταιρεία απέστειλε και πάλι φωτοτυπία.
Τότε διαπιστώθηκε, ότι οι δύο υποβληθείσες φωτοτυπίες, ενώ υποτίθεται ότιαφορούσαν το ίδιο πρωτότυπο, έφεραν διαφορετική σφραγίδα.
Στη συνέχεια, ζητήθηκε από το εκδόσαν την ενημερότητα Ταμείο
(ΤΣΜΕΔΕ), έγγραφη βεβαίωση περί της ενημερότητος αυτής.
Το Ταμείο απάντησε ότι με τον αριθμό πρωτοκόλλου 23685 και
ημερομηνία 28.2.2012 δεν έχει εκδοθεί ενημερότητα, αλλά με τον
ίδιο αριθμό πρωτοκόλλου (23685) έχει εκδοθεί ενημερότητα με
ημερομηνία έκδοσης 23.2.2010.
Αποδεικνύονταν, λοιπόν, ότι η ενημερότητα που προσκομίσθηκε στην Διεύθυνση Τεχνικών ΈργωνΛέσβου, ήταν νοθευμένη, διότι πέρα της διαφορετικής σφραγίδας, είχε νοθευθεί και κατά την χρονολογία εκδόσεως, καθόσον, ενώ ηαληθής ήταν 23.2.2010, οι προσαχθείσες φωτοτυπίες είχαν χρονολογία 2012.
Μακροσκοπικώς, λοιπόν, εξεταζομένη η ενημερότης,
φαίνεται νοθευμένη, όχι μόνο κατά το έτος (το 2010 έγινε 2012)
και τη σφραγίδα, αλλά, οι δύο φωτοτυπίες διέφεραν, μεταξύ τους,
και στον τρόπο θέσεως του ονόματος του Ι. Τσεκούρα, προϊστα-
μένου διαχείρισης εισφορών, αφού, στη μεν μία φωτοτυπία είναι
αναγεγραμμένο οριζοντίως, στη δε άλλη διαγωνίως.
Η υπόθεση, ως ήτο φυσικόν, οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη (10.5.2012). Ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Μυτιλήνης, υπόθεση τόσο
σοβαρή, που αφορούσε τα αδέλφια και τον εξάδελφο του αρχηγού
της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, την χρέωσε στον εισαγγελικό
πάρεδρο, δηλαδή ένα νεαρό εισαγγελικό λειτουργό, έσχατο στην
ιεραρχία των εισαγγελικών λειτουργών Μυτιλήνης.
Η υπόθεση περιέπεσε σε νάρκη και τελικά προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 31.5.2016, δηλαδή τέσσερα (4) χρόνια μετά. Επειδή απουσίαζε ο δικηγόρος του κατηγορουμένου, η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 28.3.2017.
Και ώ! του θαύματος: Την 3.8.2016, δημοσιεύθηκε ο νόμος 4411/2016, δηλαδή 64 ημέρες μετά την αναβολή, βάσει του άρθρου 8 του οποίου η υπόθεση παραγράφηκε.
Τελικά, μετά νέα αναβολή, η υπόθεση συζητήθηκε την
26.9.2017, πεντέμιση (5,1/2) χρόνια μετά.
Όταν τελικά εκδικάσθηκε η υπόθεση, την εισαγγελική έδρα κατείχε ο πρώην εισαγγελικός πάρεδρος, που είχε ασκήσει τη ποινική δίωξη, νυν
αντεισαγγελέας.
Και τότε συνέβη το καταπληκτικό. Ο εισαγγελικός
λειτουργός, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει την πράξη πλαστογραφία
(νόθευση) του άρθρου 216 ΠΚ, πρότεινε, ανενδοίαστα, τη μεταβο-
λή της κατηγορίας (της δικής του κατηγορίας), σε πλαστογραφία
πιστοποιητικού, που προβλέπεται από το άρθρο 217 του ΠΚ, και
τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους.
Προχώρησε περαιτέρω, ο εισαγγελικός λειτουργός και πρότεινε προς το δικαστήριο την παραγραφή του εγκλήματος, συμφώνως προς την διάταξη του άρθρου 8 του ως άνω νόμου του Παρασκευόπουλου 4411/ 2016,
ο οποίος, τόσον συμπτωματικά, είχε εκδοθεί τον Αύγουστο του
2016, δηλαδή, μετά την πρώτη αναβολή της υποθέσεως.
Και το δικαστήριο απεδέχθη, ασμένως, την εισαγγελική πρόταση.
Η δίωξη, που ασκήθηκε ήταν για χρήση νοθευμένου εγγράφου, που
προβλέπεται από το άρθρο 216 παρ.1 και 2 του Ποινικού Κώδικα.
Εδώ, ο εισαγγελικός πάρεδρος αγνοούσε, ή, καίτοι το γνώριζε, το
παρείδε, ότι με τη παράγραφο τρία του ίδιου άρθρου, ορίζεται ότι
αν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνει το ποσό των
73.000 ευρώ (όσο ήταν το ποσό κατά τον χρόνο τελέσεως της
πράξεως), τότε η πλαστογραφία (νόθευση) και η χρήση του νοθευ-
μένου εγγράφου, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, είναι
δηλαδή κακούργημα.
Αλλά, ο εισαγγελικός πάρεδρος αγνοούσε, ή, καίτοι το γνώριζε, το παρείδε, ότι η πλαστογραφία σε βάρος του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ, τιμωρείται, αν η αξία του αντικειμένου είναι ιδιαιτέρως μεγάλη, με ισόβια κάθειρξη, σύμφωνα με τον νόμο ν. 1608/1950, περί καταχραστών Δημοσίου (ΑΠ 729/2017).
Έτσι, μία πράξη που τιμωρούνταν με ισόβια, εκτιμήθηκε από τη Δικαιοσύνη, όπως αυτή εκπροσωπήθηκε από τους συγκεκριμένους εισαγγελικούς και δικαστικούς λειτουργούς, ότι συνιστά πλημμέλημα, αρμοδιότητας Μονομελούς Πλημμελειοδικείου και όχι κακούργημα,
αρμοδιότητας Τριμελούς Εφετείου, με αποτέλεσμα να παραγραφεί.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ:
Κατά πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου, σχετική με το άρθρο 216 παρ. 1 ΠΚ, ως νόθευση εγγράφου νοείται η αλλοίωση της εννοίας του με μεταβολή του περιεχομένου του, η οποία μπορεί να γίνει με την προσθήκη, την εξάλειψη ή την αντικατάσταση λέξεων, αριθμών, σημείων και άλλων στοιχείων του γνήσιου εγγράφου, αλλά και με περιορισμό του αρχικού περιεχομένου του, ώστε να μεταβάλλεται η αποδεικτική δύναμή του.
Ηπράξη, κατά τη παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου τιμωρείται με τη
ποινή του αυτουργού της πλαστογραφίας (τρείς μήνες μέχρι πέντε
χρόνια).
Το έγκλημα της πλαστογραφίας (και της νοθεύσεως επομένως),
προσλαμβάνει κακουργηματικό χαρακτήρα, κατά τα άρθρα 216
παρ. 3 περ. βʼ ΠΚ, όπως αυτό ίσχυε κατά τον χρόνο τελέσεως
της πράξεως, όταν το περιουσιακό όφελος που επιδιώκει ο δράστης
για τον εαυτό του ή άλλον βλάπτοντας τρίτον ή η ζημία που
σκόπευε να προκαλέσει σε άλλον με την πράξη της πλαστογραφίας
και το περιουσιακό όφελος που επιδιώχτηκε ή η ζημία που
προξενήθηκε με την πράξη της απάτης υπερβαίνει συνολικά το
ποσό των 73.000 ευρώ. Για τη θεμελίωση κακουργηματικής
πλαστογραφίας δεν απαιτείται το περιουσιακό όφελος που
επιδιώκει ο δράστης και η βλάβη του τρίτου να επέρχεται αμέσως
και ευθέως από μόνη την πράξη της πλαστογράφησης εγγράφου,
αλλά αρκεί ότι με την πλαστογράφηση διαμορφώνεται ο αναγκαίος
όρος, που, κατά το σχέδιο του δράστη, παρέχει τη δυνατότητα, με
την παρεμβολή και άλλων μεταγενέστερων ενεργειών του, να
επέλθει το σκοπούμενο όφελος ή και η βλάβη.
Πιο συγκεκριμένα, εφόσον το όφελος που πέτυχε ή επιδίωξε ο δράστης ή η ζημία που προξενήθηκε ή απει-λήθηκε στο Δημόσιο ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δίκαιου ή σε άλλο νομικό πρόσωπο από όσα
αναφέρονται στο άρθρο 263 α , περ. α΄ΠΚ (στα οποία υπάγεται η
Περιφερειακή Ενότητα Λέσβου) υπερβαίνει το ποσό των 150.000
ευρώ, επιβάλλεται η ποινή της κάθειρξης και, αν το αντικείμενο
του εγκλήματος είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, επιβάλλεται η ποινή
της ισόβιας κάθειρξης.
Σε αυτή την περίπτωση δεν είναι αναγκαία η επέλευση της ζημίας (αρκεί η απειλή ζημίας).
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 217 παρ. 1 ΠΚ, « Όποιος με σκοπό να διευκολύνει την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική
πρόοδο αυτού του ίδιου ή άλλου καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει
πιστοποιητικό ή μαρτυρικό ή άλλο έγγραφο που μπορεί να
χρησιμεύσει συνήθως για τέτοιους σκοπούς ή εν γνώσει του
χρησιμοποιεί τέτοιο πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο τιμωρείται με
φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή».
Από την προαναφερθείσα διάταξη, προκύπτει ότι η αντικειμενική υπόσταση του ως άνω εγκλήματος, συνίσταται στην κατάρτιση από το δράστη πλαστού ή τη νόθευση πιστοποιητικού με σκοπό να διευκο-
λύνει την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο
αυτού του ίδιου ή άλλου.
Διευκόλυνση της άμεσης συντήρησης
υπάρχει, όταν με το πιστοποιητικό ο δράστης δημιουργεί τις προϋ-
ποθέσεις, για την εξεύρεση πόρων άμεσα αναγκαίων για τη διατή-
ρηση στη ζωή, δηλαδή των προϋποθέσεων εκείνων που του εξα-
σφαλίζουν την επιβίωση (Βλέπ. Α. Κωστάρα, Ποινικό Δίκαιο, Επι-
λογές Ειδικού Μέρους, Αθήνα-Κομοτηνή 2006, σελ.164, Ι. Μανωλε-
δάκη, Ερμηνεία κατ΄ άρθρο των όρων του Ειδικού Μέρους του
Ποινικού Κώδικα, 1996, σελ.62 και πρόταση Αντ/λέως ΑΠ Κ. Σταμάτη στην ΑΠ 171/1984, Ποιν.Χρον 1984, σελ.745).
Σημειωτέον ότι, ο δράστης στο έγκλημα του άρθρου 217 παρ. 1 ΠΚ πρέπει να αποβλέπει αποκλειστικά στην άμεση συντήρηση, την κίνηση ή
την κοινωνική πρόοδο αυτού του ιδίου ή κάποιου άλλου, χωρίς
όμως η προσδοκώμενη εκ της πράξεως ωφέλεια ή η αντίστοιχη
ζημία τρίτου να έχουν τη σημασία, την οποία έχουν για τη θεμε-
λίωση της βασικής διατάξεως του άρθρου 216 ΠΚ.
Στην περίπτωση όμως που εκ της πλαστογραφίας βλάπτεται άλλος ευθέως στις έννομες αυτού σχέσεις, ή το συμφέρον της δημοσίας υπηρεσίας, ή
αν, γενικότερα, η πλαστογραφία γίνεται για άλλο σκοπό, εκτός του
υπό του άρθρου 217 αναφερομένου, τότε και αν ακόμη χρησι-
μοποιούνται έγγραφα προβλεπόμενα υπό του ιδίου άρθρου ως
πιστο-ποιητικά ή μαρτυρικά, εφαρμοστέα τυγχάνει η βασική περί
πλαστο-γραφίας διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 και όχι η ειδική
διάταξη του άρθρου 217 (Βλέπ. Α. Χαραλαμπάκη, Ποινικός Κώδι-
κας, Ερμηνεία κατ΄άρθρο, τόμος β΄σελ.109, ΑΠ 729/2017, 248/
2015, 634/ 2014, 1053/2012, 1152/2010, 1029/2009, 2462/2008
και πληθώρα άλλων).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ:
Αφού στο ερώτημα «ποιος ήταν ο πλαστογράφος», δεν είχε ο εισαγγελικός πάρεδρος τη νοητική, τη νομική κατάρτιση ή τη θέληση να ερευνήσει τα επί μέρους ερωτήματα, «ποιος είχε στα χέρια του τη ασφαλιστική βεβαίωση», «ποιον αφορούσε» και «ποιος είχε συμφέρον στην νόθευση», έπρεπε να διενεργήσει προκαταρκτική εξέταση και ακολούθως να παραγγείλει προκαταρκτική εξέταση, υποχρεωτική στα κακουργήματα, προκειμένου να διακριβωθεί, ποιος νόθευσε το πιστοποιητικό και αν υπάρ-
χουν άμεσοι ή έμμεσοι συνεργοί και ηθικοί αυτουργοί;
Τόσον ο εισαγγελικός πάρεδρος και μετέπειτα αντεισαγγελέας Πλημμελει-
οδικών (οπότε (υποτίθεται) ήταν «πλέρια» ενημερωμένος με τη
νομολογία των δικαστηρίων και κάτοχος (υποτίθεται) του Ποινικού
Κώδικα), όσον και ο πλημμελειοδίκης, δεν διάβασαν τα δύο άρθρα
216 και 217 του ΠΚ;
Δεν είδαν τις διαφορές;
Και αφού κατέληξαν στην μεταβολή της κατηγορίας, δεν τους απασχόλησε ποια από τις τρεις προϋποθέσεις του 217 ΠΚ ίσχυε εν προκειμένω; «άμεση συντήρηση»;, ή «κίνηση»;, ή η «κοινωνική πρόοδός του»;
Σε ποιο από τα τρία αυτά στοιχεία-σκοπούς της νοθεύσεως, ενέταξαν τη συμμετοχή σε μειοδοτικό κανονισμό;
Άν άνοιγαν οποιονδήποτε σχολιασμένο Ποινικό Κώδικα, ή αναζητούσαν σε οποιαδήποτε τράπεζα νομικών πληροφοριών, ή ακόμη και στο Google, με το λήμμα «πλαστογραφία πιστοποιητικού», θα ανεύρισκαν αμέσως και
πανεύκολα, εκείνο που έπρεπε ήδη να γνωρίζουν.
Ότι, δηλαδή, δεν ήταν δυνατόν να εφαρμόσουν το άρθρο 217 και ότι η πράξη που τους απασχολούσε ήταν κακούργημα και μάλιστα σε βάρος Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, τιμωρούμενη με τη ποινή της
ισόβιας κάθειρξης.
Με την απρόσμενη συμπεριφορά τους, συμπίεσαν την υπόθεση αυτή στο καλούπι της παραγραφής.
Παρ΄ όλ’αυτά ενήργησαν ως ανερμάτιστοι δικαστικοί λειτουργοί, επικίνδυνοι για τον εαυτό τους και τους άλλους.
Προπαντός επικίνδυνοι
για την Ελληνική Δικαιοσύνη, της οποίας, δυστυχώς, αποτελούν
μέλη.
Εξ άλλου, κατά το άρθρο 45 ΠΚ «αν δύο ή περισσότεροι
τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως
αυτουργός της πράξης».
Με τον όρο «από κοινού» νοείται
αντικειμενικώς, σύμπραξη κατά την εκτέλεση της κύριας πράξης
και υποκειμενικώς, κοινός δόλος, δηλαδή ότι ο καθένας
συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της
αντικειμενικής υποστάσεως του διαπραττόμενου εγκλήματος,
γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με το δόλο
τελέσεως του ίδιου εγκλήματος και να θέλει ή να αποδέχεται να
ενώσει τη δική του δράση με εκείνην του άλλου προς πραγμάτωση
της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος.
Η σύμπραξη κατά την εκτέλεση της κύριας πράξης μπορεί να συνίσταται στο ότι ο καθένας πραγματώνει με την επί μέρους πράξη του την όλη
αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή ότι η αντικειμενική
υπόσταση του εγκλήματος πραγματώνεται με τις συγκλίνουσες επί
μέρους πράξεις των συμμετόχων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές, χωρίς
να είναι αναγκαίο να αναφέρονται στη δικαστική απόφαση και οι
επί μέρους πράξεις καθενός από τους συναυτουργούς.(ΑΠ
1936/2010, 1264/2005).
Τελεσθέντα ποινικά αδικήματα: A.-α) Νόθευση εγγράφου, β)
χρήση νοθευμένου εγγράφου, γ) συναυτουργία στις ανωτέρω
πράξεις, δ) παράβαση καθήκοντος, άρθρα 216 παρ. 1,3 ΠΚ, και 1
ν. 1608/1950, Β.- κατάχρηση εξουσίας. Στις υπό στοιχείον Α.-
πράξεις, υπαίτιοι οι αδελφοί Τσίπρα και ο εξάδελφος Τσίπρα. Στην
υπό στοιχείον Β΄ πράξη, οι εισαγγελικοί και δικαστικοί
(οι οποίοι επελήφθησαν της υποθέσεως)”.
Δείτε κι εδώ
loading...
Κοινοποιήστε το στα παρακάτω κουμπιά
Post A Comment:
0 comments so far,add yours